Στη βεράντα

Ειμαι καθισμένος στη βεράντα που ισορροπεί πα στο γκρεμό και θωρεί μια θάλασσα κλειστή και αρυτίδωτη-σαν λίμνη. Ο ήλιος έχει απ’ώρα σβήσει κι απέναντι εχουν ανάψει, ψηλά στα όρη, κόκκινα λαμπιόνια. Αναπολώ και πασκίζω να θυμηθώ τις μνήμες τις παιδιάστικες. Κλίνω το κεφάλι ελαφρά και αργά το απιθώνω με το μετωπο στο λευκό μπεντένι. Τα […]

Sigur Rόs

Αν η ζωή μας γεννιόταν από τη μουσική των Sigur rόs, θα ήταν ξυλάρμενο για έναν- ή δυο αγκαλιά- να πλέει σε αργόροο ποτάμι, κάτω από συννεφιασμένο ουρανό τη μέρα, μα έναστρο τη νύχτα.  Και σαν έφτανε η ώρα η στερνή, θα έβλεπες στο βάθος τη σκοτεινή σπηλιά.Και τότε θα αναγνώριζες πως όλη σου τη […]

Στο στέκι

Κάθισα να φάω κάτι σε ένα στέκι μου στο κέντρο. Εμβρόντητος βλέπω από μακριά έναν πολύ διάσημο συνάδελφο, άνω των σαράντα, να φορά την ποδιά του σερβιτόρου. Μια παρέα από Κρητικούς που κάθεται ήδη, τον αναγνωρίζει και τον ρωτά “τι κάνεις εδώ;” κι αυτός με το αειθαλές χιούμορ του απαντά “έχω αγοράσει όλο το κτίριο!”… […]

Στον Η.Ν.

Σταμάτησε να κάνει απλωτές και γύρισε ανάσκελα- άνοιξε χέρια πόδια σαν αστερίας και αφέθηκε να επιπλέει στη ρυτιδιασμένη επιφάνεια. Θαύμα είναι, θαύμα είπε, βουλιάζοντας το βλέμμα του στον άδειο ουρανό. Και το ρέμα τον παρέσυρε αργά, προς τ’ανοιχτά. Κανείς δεν τον ξανάδε.

Η συνάντηση

Οδηγώντας στην άνοδο της Κηφισίας, στο ύψος του Δάσους, τού έκοψε το δρόμο ένα ροζ μπαλόνι. Χοροπήδησε ανάλαφρα, σκερτσόζικα-σχεδόν προκλητικά μπροστά στις ρόδες του.Ο Θόδωρας ξαφνιάστηκε κι έκανε έναν μικρό αλλά απότομο ελιγμό να το αποφύγει. Αυτό, καβάλησε το θερμό ανοδικό ρεύμα του αέρα που δημιούργησε ο ελιγμός, και με δυο σκαμπανεβάσματα σε αόρατους ανεμόλοφους, […]

Ο κήπος με τα χαμομήλια

Ήρθα στον κήπο με τα χαμομήλια. Εδώ, κάτω από τα πανύψηλα αρμυρίκια, είναι σπαρμένα χαμομήλια-μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι σου. Εδώ, μεθάς και αποκάμεις, ζαλίζεσαι και σωριάζεσαι- μα πέφτεις στα μαλακά-στα τρυφερά τα χαμομήλια. Κι αν αφεθείς, κι αν μείνεις με κλειστά τα μάτια, μόνο να ακούς την ευωδιά, τότε σιγά-σιγά βγάνουνε κίτρινο χνουδάκι […]

Σύμπαν

Θα ήθελα να προσθέσω το λιθαράκι μου σε αυτή τη γενικότερη αναδόμηση/ανανέωση της ελληνικής γλώσσας, των όρων της, των κανόνων της, των γενών της κ.ο.κ, που επιχειρείται τα τελευταία χρόνια στην προσπάθεια εναρμόνισής της με τις μεγάλες αλλαγές στην κοινωνική και πολιτική-με την ευρεία έννοια-αντίληψη. Γιατί φυσικά υπάρχουν πράγματα που διαφεύγουν ακόμα και από τους […]

τότε και μόνο τότε

Αν ποτέ ξανά’ρθω στη ζωή, ας γεννηθώ κερασιά στην Ιαπωνία ανάμεσα σε εκατοντάδες ανθισμένες κερασιές. Κι αν ποτέ σταθώ τυχερή και ακουμπήσουν τον κορμό μου ακροδάχτυλα απαλού ανθρώπου τότε και μόνο τότε, τόσο και μόνο τόσο, ας θυμηθώ την περασμένη μου ζωή.

Το μονοπάτι

Σήμερα το μεσημέρι στο μονοπάτι για τη Χώρα, συνάντησα το δεκάχρονο εαυτό μου. Ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση-όπως όλοι οι παιδικοί εαυτοί. Ήμουν βρεγμένος, χαμογελαστός και στο ένα χέρι κρατούσα μια εφημερίδα και κανά δυο περιοδικά. Το άλλο μου, παράσφιγγε τα ρέστα. Δεν ήταν δύσκολο να καταλάβω πως με είχαν στείλει στη Χώρα για εφημερίδα […]

το καλοκαίρι που ήταν σαν όχι καλοκαίρι

Είδα το κεφάλι του να προεξέχει από τους θάμνους της πυλωτής και να κατευθύνεται προς τον κάδο των σκουπιδιών. Το βήμα του είχε κάτι σε πηδηχτό αλλά και σε σούρσιμο·το σίγουρο ήταν πως ήταν βιαστικό. Περασμένα μεσάνυχτα, ψυχή γύρω. Όπου νά’ναι θα ξεπρόβαλε από τη γωνία, εκθέτοντας και το υπόλοιπο σώμα στο αδηφάγο βλέμμα του […]

η Φυστικιά

Το μεσημέρι με πήρε ο ύπνος κάτω από μια ροδιά. Τώρα που το σκέφτομαι όμως, σ’αυτή τη γειτονιά υπάρχουν μόνο νερατζιές. Άρα αποκοιμήθηκα κάτω από μία νερατζιά- “φυστικιά ήταν”, με διόρθωσε ο Νίκος. Ω, δεν έχω ξαναδεί φυστικιά. Ούτε ροδιά βέβαια. Τίποτα δεν έχω δει. Μόνο κάτι πεύκα, κάτι συκιές και κανά έλατο. Και πλατάνια […]

4

Τέσσερα χρόνια κλείνουν σήμερα που ξεκίνησαν “τα καθέκαστα”(περιλαμβάνοντας φυσικά και παλιότερα κείμενα). Σας ευχαριστώ όλους πολύ για για την παρέα. Ελπίζω να είστε υγιείς και οπλισμένοι με υπομονή. Μια καλύτερη χρονιά και μια μεγάλη αγκαλιά. Σας φιλώ, ο Κωστής

στην πλατεία του αγίου Νικολάου

Όταν ήμασταν μικροί στα Πατήσια, εκεί στην πλατεία του αγίου Νικολάου που την γέμιζαν οι φωνές και τα ποδήλατά μας, διάβαινε συχνά ένας γέρος·γέρο τουλάχιστον τονέ θυμούμαι γω. Και θεόρατο. Είχε μακριά μαλλιά και μούσια σαν τους αγίους που μας λέγανε στο κατηχητικό κι ήταν ντυμένος πάντα με ένα σακάκι τριμμένο κι ένα παντελόνι ασορτί-χειμώνα-καλοκαίρι. […]

το ιγκλού

Θέλω να βγω έξω, να σκάψω μια γούβα με τα χέρια μου στο χιόνι κι εκεί να κουλουριαστώ ολόγυμνος·να με γλυκάνει ο ύπνος, τα βλέφαρα βαριά να τρεμοπαίζουν μόνο σαν ονειρεύομαι. Κι εκεί να με βρούνε άθικτο δύο και βάλε χιλιάδες χρόνια μετά και να σπούνε το κεφάλι τους να καταλάβουν ποιας θυσίας σφάγιο υπήρξα· […]

Τεριρέμ

Νά’μουνα τριζόνι. Νά’μουνα νύχτα δηλαδή, και καλοκαίρι. Μαζί κι η σιγαλιά που απλώνεται για ν’ακουστεί. Γιατί αυτό σημαίνει νά’σαι τριζόνι·όλα να σ’αφουγκράζονται. Κι εσύ αμέριμνο να τερερίζεις, ώσπου να πάρει να χαράζει.