Ενώ οι κάτοικοι αυτής της πόλης ζούσαν για πέμπτη ημέρα την αποπνικτική ατμόσφαιρα της “αφρικανικής σκόνης” και ίδρωναν βλαστημώντας την τύχη τους,

κάποια παιδιά της ερήμου έστεκαν στα υψώματα αγέρωχα, κάτω από τη θολή τη συννεφιά με τον μικρό τον ήλιο-

τα μάτια τους προβάλαν μέσα από μαντίλες, μπαντιέρες κάτω από τα χνώτα τού Σιμούν, του ανέμου της πατρίδας.

 


Discover more from Τα καθέκαστα

Subscribe to get the latest posts sent to your email.

8 Replies to “Νόστος

  1. Εκεί στη Γαύδο το ένιωσα.Κοιτώντας τα πλοία για ώρες αργά το βράδυ να περνούν από το πέρασμα του Λιβυκού.

Άφησε ένα σχόλιο