«…ἡ μητέρα του Σιτζιζάεμον φοβόταν τόσο πολὺ τοὺς κεραυνοὺς ποὺ λιποθυμοῦσε ἀκόμα καὶ στὸν ἦχο ἐνός τυμπάνου. Κι ἔτσι κάθε φορὰ ποὺ ἀκουγόταν κεραυνός, ὁ Σιτζιζάεμον ἔτρεχε ὅσο πιὸ γρήγορα μποροῦσε στὸ σπίτι, ἀνεξάρτητα ἀπ’το ποῦ ἦταν καὶ τί ἔκανε. Τό καλοκαίρι δὲν πήγαινε οὔτε μέχρι τὸ γειτονικὸ χωριό.

Καὶ αὐτὸ δὲν εἶναι ὅλο.

Ἀκόμα κι ἀφοῦ πέθανε ἡ μητέρα του, ὁ Σιτζιζάεμον κάθε φορὰ ποὺ ἄκουγε τὸν ἦχο ἑνὸς κεραυνοῦ ἔτρεχε στὸ κοιμητήρι καὶ ἀγκάλιαζε μὲ τὰ δυό του χέρια τὴν ταφόπλακά της. »

Γιασουνάρι Καουαμπάτα, Ἱστορίες τῆς Παλάμης
μτφρ. Παν. Εὐαγγελίδης (ἐκδόσεις Πατάκη 2021)

φωτογραφία © Κωστής

One Reply to “Φθινοπωρινός κεραυνός

Άφησε ένα σχόλιο