Κάθισα να φάω κάτι σε ένα στέκι μου στο κέντρο. Εμβρόντητος βλέπω από μακριά έναν πολύ διάσημο συνάδελφο, άνω των σαράντα, να φορά την ποδιά του σερβιτόρου. Μια παρέα από Κρητικούς που κάθεται ήδη, τον αναγνωρίζει και τον ρωτά “τι κάνεις εδώ;” κι αυτός με το αειθαλές χιούμορ του απαντά “έχω αγοράσει όλο το κτίριο!”… Ύστερα έρχεται προς εμένα, κάπως φρενάρει (δεν γνωριζόμαστε) , κάτι του λέει η φάτσα μου, χαμογελώ, του κάνω “γεια σου συνάδελφε”. “Σερβιτόρος κι εσύ;” με αφοπλίζει και απλά χασκογελάμε με αυτή την χαμένη οικειότητα του δρόμου.
Και τότε κατάλαβα γιατί παλεύουμε.Γιατι δεν είμαστε ούτε οι γελωτοποιοί σας, ούτε οι τσιρκολάνοι σας, δεν είμαστε οι ψυχαγωγοί, ούτε τα τσιράκια σας. Είμαστε το άδυτο των σκοταδιών σας, η “λοξή” ματιά αυτού του κόσμου και πάνω από όλα η χαμένη παιδικότητά σας. Αυτή που θα σας στοιχειώνει για πάντα και πάντοτε.

One Reply to “Στο στέκι

Άφησε ένα σχόλιο