Δυσδαιμόνα

«Κάθισε η φτωχή ψυχούλα κάτω απ’τη μουριά και κλαίει, τραγούδα ολοπράσινη κλαίουσα, Το χεράκι της στο στήθος, γέρνει το κεφάλι και λέει: τραγούδα κλαίω-κλαίω-κλαίουσα. Τρέχουν τα νερά στο ρέμα κι από πόνο μουρμουρίζουν: τραγούδα κλαίω-κλαίω-κλαίουσα. Πέφτουνε τα δάκρυά της και τα βότσαλα δακρύζουν, τραγούδα κλαίω-κλαίω-κλαίουσα. Άπιστο είπα τον καλό μου, κι ο καλός μου αγρίεψε: […]

Ο Τελευταίος Άνεμος

(ανήκει στη στήλη “αλλουνού”, και είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που μου έδωσε την άδεια να δημοσιευτεί στα Καθέκαστα- περήφανος που η οικογενειακή παράδοση συνεχίζεται.) Ένα τραγούδι, με μελωδία μεθυστική, γραμμένο σε μια παράξενη γλώσσα διαπερνούσε την έρημη εκείνη πόλη με τους γυάλινους πύργους. Το σφύριζε ο τελευταίος εκείνος άνεμος, τον οποίο ανέπνεε ο ιχνηλάτης. Το μυαλό […]

Στον Η.Ν.

Σταμάτησε να κάνει απλωτές και γύρισε ανάσκελα- άνοιξε χέρια πόδια σαν αστερίας και αφέθηκε να επιπλέει στη ρυτιδιασμένη επιφάνεια. Θαύμα είναι, θαύμα είπε, βουλιάζοντας το βλέμμα του στον άδειο ουρανό. Και το ρέμα τον παρέσυρε αργά, προς τ’ανοιχτά. Κανείς δεν τον ξανάδε.