Ενώ οι κάτοικοι αυτής της πόλης ζούσαν για πέμπτη ημέρα την αποπνικτική ατμόσφαιρα της “αφρικανικής σκόνης” και ίδρωναν βλαστημώντας την τύχη τους,
κάποια παιδιά της ερήμου έστεκαν στα υψώματα αγέρωχα, κάτω από τη θολή τη συννεφιά με τον μικρό τον ήλιο-
τα μάτια τους προβάλαν μέσα από μαντίλες, μπαντιέρες κάτω από τα χνώτα τού Σιμούν, του ανέμου της πατρίδας.
Εκείνες οι αμμοθύελλες…! Αξέχαστη εικόνα!
Τι μας θύμισες Κωστή μου!
Tόνια αγαπημένη!
Εκεί στη Γαύδο το ένιωσα.Κοιτώντας τα πλοία για ώρες αργά το βράδυ να περνούν από το πέρασμα του Λιβυκού.
Ακόμα δεν βρέθηκα εκεί αν και χανιώτης…Αλλά σε φαντάατηκα .
Πολύ όμορφη εικόνα…
Ποτέ δεν θα ξεχάσουμε φίλε.
Πόσες φορές σε πληγώνει μια εικόνα επειδή δε μπορείς να τη ξαναζησεις;; Αυτή είναι μια από αυτές.
Θα ξανασμίξουμε εκεί κάποτε