Σαν σε τελετουργία γνωστή από αιώνες-όταν τα βράδια έπαιρναν να ζεσταίνουν-ησύχασαν οι δρόμοι κι ακούστηκαν οι σκόρπιες κουβέντες από τις γύρω πολυκατοικίες.

Εσύ, σηκώθηκες, έφερες την μπαλαντέζα, τράβηξες το μακρύ καλώδιο της κεραίας, ακούμπησες την τηλεόραση πάνω στο τραπέζι του μπαλκονιού.

Έσυρες την μπαμπού πολυθρόνα κι έκατσες απέναντι.

Και την κύτταξες. Και ζεστάθηκε η ψυχή σου γιατί κατάλαβες τον κύκλο των απλών πραγμάτων.

Και σε πείσμα όλων θά’θελες να έχει τους Γουώλτονς και να καθόσουν ακόμα ανάμεσα στους γονείς σου.

2 Replies to “Τιβί

Άφησε ένα σχόλιο