Πολύ καλό…(παύση). “Πολύ καλό…(παύση). “Σπέσιαλ…” (μεγάλη παύση).”Δύο τελευταία κομμάτια…”(παύση).
Η παράγραφος επαναλαμβανόταν.
Αλλά το ύφος έμοιαζε ελάχιστα ύφος με αυτό των φωνών της λαϊκής.
Χαμηλόφωνος, με ήχο που έτρεμε υπακούοντας σε ένα κορμί που τρανταζόταν ελαφρά. Χέρι απλωμένο κρατούσε σφιχτά- προς επίδειξη- ένα φούτερ μάρκας μαϊμού. Το ρούχο τραμπαλιζόταν κι αυτό με τη σειρά του.
Όλα άσπρα, μαλλιά και μούσια, όλα σε προχωρημένη σύνταξη. Βλέμμα στωϊκό, που διέσχιζε τα σύνορα με την απόγνωση.
Τον είχα, επίτηδες, πλάτη, πάνω από τον αριστερό μου ώμο, στα πέντε μέτρα.
Αυτός όρθιος στη μία μεριά του πεζόδρομου, εγώ στην άλλη, καθισμένος στον ξύλινο πάγκο, έτοιμος να απολαύσω μια μερίδα πατάτες φούρνου.
Ήταν δικές μου, κανενός άλλου.
Τις έφαγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα κι έφυγα.
Καλή χρονιά Κωστή.
Μου λείπουν τα γραπτά σου.
Καλή χρονιά μακρινέ μου Φίλε. Πολλές αλλαγές, απότομες στροφές. Γράφεις και για εμένα.