“Θα ήθελα το συντομότερο δεύτερο μισό της ζωής μου, να περιλαμβάνει μόνο τις σημαντικότερες στιγμές του, τα χάιλαϊτς, τα επίσημα μόνο στιγμιότυπα ρε παιδί μου·
να μπορέσω να το ζήσω ξεφυλλίζοντάς το σαν το περιοδικό περιμένοντας στον οδοντογιατρό. Ή ακόμα καλύτερα όπως ακριβώς μια κινηματογραφική ταινία -δεκαετίες ολόκληρες συμπυκνωμένες σε μιάμιση ώρα·καλά, κακά, όλα εκεί να ξεπροβάλουν σαν ουρανοξύστες στο αστικό τοπίο. Και να μην είμαι αναγκασμένος να βιώσω τις ρουτίνες, τα καθημερινά, τις επαναλήψεις και τις διαδικασίες.
Πύκνωση στις χαρές, πύκνωση και στις πληγές, μα ταχεία και η ανάρρωση.
Κι έτσι απλά θα περάσουν εν ριπή τα χρόνια-που ούτως ή άλλως έτσι θα μου φαινόταν πως περάσαν αλλά χωρίς τον κόπο και το σούρσιμο, χωρίς τη βαρετή πλευρά τους και το ανήθικο τέλος τους.
Γιατί ναι, το έμαθα το μάθημα της ημίσειας ζωής. Και δεν χρειάζομαι άλλο επαναλήψεις τετριμένες, όχι γιατί υπήρξα άριστος μαθητής αλλά γιατί δεν μ’ενδιαφέρει καθόλου να δώσω εξετάσεις στο πλήρωμά της.”
Έξυσε μια τελευταία φορά το μολύβι του· περιεργάστηκε τα ξύσματα όπως ξεμύτιζαν άκοπη ροδέλα, τα μύρισε, θυμήθηκε κάποιο παλιό θρανίο και χαμογέλασε.
Κοίταξε ξανά το χειρόγραφο. Έκλεισε το μπλε τετράδιο με τη λέξη “ΔιΕθΝεΣ” κάτω από το ονοματεπώνυμό του, την τάξη (κενό) και το έτος (κενό). Πήρε ένα μεγάλο μπεζ φάκελο, το έκρυψε μέσα, τον σφράγισε και έγραψε ως παραλήπτη:
Santa Klaus
96930, Rovaniemi
Finland